Η Δερματολογία μελετά το υγιές δέρμα, το παθολογικό δέρμα,
αντιμετωπίζει
και προλαμβάνει τις δερματοπάθειες και διορθώνει τη δερματική
ανεπάρκεια
με στόχο την προσφορά ποιότητας ζωής.
Το δέρμα είναι ο κύριος φραγμός ανάμεσα στο εξωτερικό και εσωτερικό περιβάλλον. Είναι ένας ζωντανός μανδύας και το μεγαλύτερο σε έκταση όργανο του ανθρωπίνου οργανισμού, κινητικό, ψηλαφητό, συνεχώς ανανεούμενο με πολύνθετες λειτουργίες παρά την απλή του δομή.Είναι προασπιστικό όργανο (σε απώλεια των 2/3 του δεν υπάρχει ζωή), ημιδιαπερατό, ανοσολογικό, ενδοκρινικό, θερμορυθμιστικό, μεταβολικό, αισθητήριο όργανο (αφή, πίεση, καύσος, νυγμός, γαργαλητό, πόνος, κνησμός). Αποτελεί μέσο κοινωνικής και σεξουαλικής επικοινωνίας αλλά και δείκτης νοσημάτων εσωτερικών οργάνων. Τελικά είναι ο καθρέπτης της υγείας του σώματος.
Στο ιατρείο εξετάζεται όλο το φάσμα των κλινικών παθήσεων της δερματολογίας, όπως η ιογενείς - βακτηριακές ή μυκητιασικές λοιμώξεις του δέρματος, σεξουαλικώς μεταδιδόμενα νοσήματα, δερματίτιδες, φωτοδερματοπάθειες, αλλεργίες, ψωρίαση, ατοπική δερματίτιδα, παθήσεις τριχόπτωσης, ακμή, μυρμηκιές, θηλώματα, αυτοάνοσα νοσήματα, κνίδωση, ροδόχρους ακμή, κνησμός, υπεριδρωσία, παθήσεις ονύχων, ογκολογική δερματολογία και εξανθήματα μετά από χημειοθεραπεία, παιδοδερματολογία και παθήσεις κύησης.
Η ακμή είναι η πιο συχνή διαταραχή του δέρματος και αφορά κυρίως εφήβους και σε μικρότερη συχνότητα ενήλικες. Ειδική κατηγορία είναι η νεογνική ακμή.
Η αιτιολογία της ακμής είναι πολυπαραγοντική.
Η ακμή εντοπίζεται σε περιοχές του σώματος, που είναι πλούσιες σε σμηγματογόνους αδένες, όπως πρόσωπο, ράχη, στήθος.Στις αιτίες της ακμής συγκαταλέγονται και ορμονικές αλλαγές καθώς και το σύνδρομο πολυκυστικών ωοθηκών (PCOS), αλλά και εξωτερικοί παράγοντες όπως είναι τα καλλυντικά που χρησιμοποιούνται (τα oil-free προϊόντα και αυτά που έχουν βάση το νερό ελιναι πιο φιλικά για τα ακνεϊκά δέρματα).
Επιπλέον το stress μπορεί να προακλέσει ορμονικές αλλαγές που συμβάλλουν στην εκδήλωση της ακμής. Η δυσλειτουργία του πεπτικού συστήματος αντανακλάται στο δέρμα και τέλος η διατροφή (η αυξημένη κατανάλωση γάλακτος, ζάχαρης και οι διατροφικές δυσανεξίες) μπορούν να πυροδοτήσουν την ακμή.
Η επιλογή της κατάλληλης αγωγής γίνεται με βάση τον τύπο της ακμής ακολουθώντας πάντα τις διεθνείς κατευθυντήριες οδηγίες (guidelines)
Eίναι μια χρόνια φλεγμονώδης νόσος με εξάρσεις και υφέσεις που προσβάλλει τις παρειές, τη μύτη, το μέτωπο,το πηγούνι και χαρακτηρίζεται από έντονο ερύθημα και διαστολή των αγγείων και παρατηρείται συνήθως σε ανοιχτόχρωμα δέρματα. Αντίθετα με την ακμή προσβάλλει άτομα ηλικίας 30-60 ετών και συχνότερα γυναίκες που είναι στην εμμηνόπαυση.
Χαρακτηριστικό είναι το αίσθημα κνησμού, τάσης του δέρματος και ερυθρίαση-flushing προσώπου. Διακρίνονται 4 υποτύποι:
Η θεραπεία είναι μακροχρόνια και περιλαμβάνει την αποφυγή των επιβαρυντικών παραγόντων καθώς και
Το μέλασμα (κοινώς πανάδες) είναι μια συχνή δερματοπάθεια που οφείλεται σε υπερέκκριση μελανίνης και χαρακτηρίζεται από σκουρόχρωμες περιοχές δέρματος. Συνήθως εμφανίζεται σε ηλιοεκτεθειμένες περιοχές και ειδικά στο πρόσωπο. Παράγοντες που προδιαθέτουν είναι:
Θεραπεία περιλαμβάνει
Είναι οι πιο συχνές προκαρκινικές βλάβες στον άνθρωπο. Εμφανίζονται σε φωτοεκτεθειμένες περιοχές και σε άτομα άνω των 50 ετών. Προκαλούνται από την αθροιστική χρόνια έκθεση στον ήλιο. Χαρακτηρίζονται από ερυθρές κηλίδες με προσκολλημένα λέπια ή μια κρούστα που συχνά ξεκολλάει και πέφτει. Απαντώνται συχνότερα σε άνδρες με ανοιχτό φωτότυπο που απασχολούνται στην ύπαιθρο. Επιπλέον άτομα μεταμοσχευμένα ή ασθενείς με χρόνια ανοσοκαταστολή ( πχ καρκινοπαθείς, AIDS ) έχουν αυξημένη πιθανότητα εμφάνισης ακτινικών αλλά και εξέλιξης σε διηθητικό ακανθοκυτταρικό καρκίνωμα.
Μεμονωμένες βλάβες θεραπεύονται με laser ή φαρμακευτικές αλοιφές. Για τις συρρέουσες βλάβες απαιτείται αντιμετώπιση της ευρύτερης πάσχουσας περιοχής (θεραπεία πεδίου).
Η λεύκη είναι μια επίκτητη μη μεταδοτική νόσος του δέρματος και των βλεννογόνων που χαρακτηρίζεται από την απώλεια του φυσιολογικού χρώματος και την εμφάνιση λευκών κηλίδων.
Ο αποχρωματισμός του δέρματος συμβαίνει λόγω της απώλειας μελανινοκυττάρων . Ο μηχανισμός καταστροφής τους παραμένει άγνωστος με επικρατέστερη υπόθεση αυτή του αυτοάνοσου μηχανισμού.
Επιβαρυντικοί παράγοντες είναι η κληρονομικότητα, το στρες και η επαφή με φαινόλες. Η νόσος επεκτείνεται με αργό ρυθμό και αφορά και τα δύο φύλα και όλες τις ηλικίες και τις φυλές. Είναι μια καλοήθης πάθηση που δυστυχώς έχει μεγάλη ψυχολογική επιβάρυνση.
Η λεύκη μπορεί να είναι εντοπισμένη (εστιακή, δερμοτομιακή,βλεννογινική), γενικευμένη (κοινή με κηλίδες σε όλο το σώμα) και καθολική (αποχρωματισμός όλου του δέρματος).
Οι διεθνείς κατευθυντήριες οδηγίες περιλαμβάνουν τα εξής:
Είναι μια χρόνια φλεγμονώδης δερματοπάθεια αρκετά συχνή (3% του γενικού πληθυσμού) εμφανίζεται σε όλες τις ηλικίες και αφορά και τα δύο φύλα. Είναι μη μεταδοτική και χαρακτηρίζεται από την εμφάνιση βλαβών με λέπια λευκά ή ασημένια.
Η σοβαρότητα της ψωρίασης εξαρτάται από την επιφάνεια προσβολής του σώματος και από το πόσο επηρεάζει τη ζωή του καθενός.
Συνήθως υπάρχει μια κληρονομική επιβάρυνση η οποία με την επίδραση κατάλληλων ερεθισμάτων μπορεί να πυροδοτήσει την εμφάνιση της νόσου. Αίτια για την εμφάνιση αποτελούν: οι λοιμώξεις (πχ στρεπτόκοκκος) ,τραύματα, στρες, κάπνισμα, ορμονικοί παράγοντες, κάποια φάρμακα και το αλκοόλ.
Κύριες μορφές της ανάλογα με τη μορφολογία είναι:
Ανάλογα με την περιοχή το σώματος που προσβάλλει διακρίνεται σε:
Η ψωρίαση συχνά συνυπάρχει με μεταβολικά νοσήματα όπως η παχυσαρκία, ο διαβήτης, φλεγμονώδη νοσήματα το εντέρου και αποτελεί ανεξάρτητο παράγοντα κινδύνου για την εμφάνιση καρδιαγγειακών συμβαμάτων.
Σήμερα είναι διαθέσιμες πλήθος θεραπειών που στόχο έχουν την ελαχιστοποίηση ή εξάλειψη των βλαβών. Η θεραπεία εξατομικεύεται και η επιλογή της εξαρτάται από τη βαρύτητα, τη μορφή, την έκταση αλλά και την ανταπόκριση σε παλιότερες θεραπείες.
Επίσης υπόψιν λαμβάνονται το επάγγελμα, κοινωνικοί, οικονομικοί λόγοι, το μορφωτικό επίπεδο του ασθενούς και τη συμμόρφωση του.
Με τη χρήση παγκοσμίως ειδικών κλιμάκων (DLQI, BSA,PASI) αξιολόγησης γίνεται πιο αντικειμενικός ο τρόπος μέτρησης της ανταπόκρισης του ασθενούς στην εκάστοτε θεραπεία.
Χρησιμοποιούνται ως μονοθεραπεία ή συνδιαστικά με άλλες και περιλαμβάνουν
Οι περισσότεροι ασθενείς με ψωρίαση βελτιώνονται θεαματικά κατά τους καλοκαιρινούς μήνες με την έκθεση στον ήλιο. Κατά τους χειμερινούς μήνες η UV θεραπεία (φωτοθεραπεία) αποτελεί αποτελεσματικό τρόπο αντιμετώπισης.
Η κυκλοσπορίνη, η μεθετρεξάτη και η ασιτρετίνη αποτελούν κλασικές από του στόματος θεραπείες εδώ και χρόνια με αρκετά καλά αποτελέσματα στην αντιμετώπιση της ψωρίασης. Τελευταία ένα νέο φάρμακο που κερδίζει έδαφος με λίγες παρενέργειες είναι η απρεμιλάστη (otezla).
Οι ενέσιμες θεραπείες είναι προϊόντα βιοτεχνολογίας και είναι καινοτομία στην αντιμετώπιση της ψωρίασης μιας και έχουν στοχευμένη δράση στο ανοσοποιητικό έναντι μεσολαβητών που παίζουν σημαντικό ρόλο στη φλεγμονή που χαρακτηρίζει την ψωριασική βλάβη. Etanercept, infliximab, adalimumab, ustekinumab, secukinumab, brodalumab, ixeκinumab αποτελούν τους βασικότερους βιολογικούς παράγοντες και έχουν ένδειξη για τη θεραπέια ασθενών με μέτρια έως σοβαρή ψωρίαση κατά πλάκας (επί αποτυχίας των υπόλοιπων θεραπειών ) και όλο και νέα φάρμακα εγκρίνονται ως αποτελεσματικά για την ψωρίασης.
Η συχνότερη αιτία τριχόπτωσης είναι η ανδρογεννετικού τύπου αλωπεκία , μια κληρονομικά καθοριζόμενη προδιάθεση για λέπτυνση των τριχών με συνοδό απώλεια τριχών. Αυτός ο τύπος τριχόπτωσης αφορά άνδρες αλλά και γυναίκες.
Η τριχόπτωση αποτελεί έναν μεγάλο επιβαρυντικό παράγοντα για τον ψυχισμό του ανθρώπου. Σήμερα υπάρχουν θεραπείες διαθέσιμες που μπορούν να αναχαιτίσουν το φαινόμενο και να ενισχύσουν την αναγέννηση της τρίχας.
Το κάτω μέρος του στελέχους της τρίχας περιβάλλεται από τον θύλακα της τρίχας. Τα αιμοφόρα αγγεία που έχει μεταφέρουν τα κατάλληλα θρεπτικά συστατικά για να δημιουργηθούν νέες τρίχες. Κατά ταην αναγενή φάση οι τρίχες αναπτύσσονται και η διάρκειά της κυμαίνεται απο 2-8 χρόνια. Στη φάση ηρεμίας ή καταγενή φάση που ακολουθεί η τρίχα, βρίσκεται σε περίοδο ανάπαυσης για 2-3 μήνες. Στην τελογενή φάση που ακολουθεί η τρίχα αποπίπτει για να αντικατασταθεί στη συνέχεια από καινούρια τρίχα και να αρχίσει ο επόμενος κύκλος ζωής της.
Οι περισσότερες τρίχες βρίσκονται σε ποσοστό >80% στην αναγενή φάση και μόνο ένα 10%σε φάση ηρεμίας. Καθημερινά υπάρχει μια φυσιολογική απώλεια τριχών που ανέρχεται περίπου σε 50-100 τρίχες.
Στους άνδρες με ανδρογενετικού τύπου αλωπεκία η επίδραση των ανδρογόνων οδηγεί σε λέπτυνση της τρίχας με βραχύτερο χρόνο ζωής. Δεν είναι πλήρως κατανοητό με ποιο μηχανισμό κάποιοι άνδρες κάνουν φαλάκρα και άλλοι όχι. Η κληρονομικότητα παίζει αδιαμφισβήτητα καθοριστικό ρόλο.
Οι γυναίκες που εμφανίζουν ανδρογεννετικού τύπου αλωπεκία έχουν το ίδιο πρότυπο απώλειας μαλλιών αλλά σπανιότερα οδηγούνται σε φαλάκρα όπως οι άνδρες.
Η διάγνωση είναι κλινική και συχνά συμπληρώνεται με εξετάσειςι αίματος, έλεγχο σιδήρου, ορμονικό έλεγχο και έλεγχο θυρεοειδούς.
Η θεραπεία περιλαμβάνει τοπικές αγωγές κυρίως με μινοξιδίλη 2-6% καθώς και από του στόματος αγωγές.
Τα νύχια είναι εξαρτήματα του δέρματος και προστατεύουν τους υποκείμενους ιστούς. Μεγαλώνουν 2-3 χιλιοστά το μήνα στα χέρια και 1 χιλιοστό το μήνα στα πόδια.
Οι παθήσεις των ονύχων συναντάται συχνότερα ηλικιωμένους και αφορούν πολλά νοσήματα. Το πιο συχνό είναι η ονυχομυκητίαση.
Η ψωρίαση και ο λειχήνας αποτελούν συστηματικές παθήσεις με συχνή προσβολή των ονύχων.
Η σωστή διάγνωση και θεραπεία αποτελεί πρόκληση για το δερματολόγο καθώς η ονυχαία πλάκα δεν είναι εύκολα διαπερατή από φάρμακα.
O κνησμός αποτελεί μια κοινή πάθηση και αφορά συχνά ανθρώπους μεγαλύτερης ηλικίας. Οι αιτίες μπορεί να είναι συστηματικές(ηπατική -νεφρική διαταραχή), δερματικές, φαρμακευτικές, νευρολογικές ή ψυχιατρικές.
Ο κνησμός χωρίς εξάνθημα απαιτεί διαφορετική προσέγγιση και πρέπει πάντα να τίθεται η υποψία συστηματικού νοσήματος.
Ο χρόνιος κνησμός έχει ως αποτέλεσμα δευτερογενείς βλάβες όπως εκδορές. από ή υπερχρωματισμός και λειχηνοποίηση (πάχυνση) του δέρματος.
Ο εργαστηριακός έλεγχος πρέπει να περιλαμβάνει γενική αίματος, ηπατικό-νεφρικό κύκλο, σάκχαρο ορού, θυρεοειδικό έλεγχο, έλεγχο για HIV, ακτινογραφία θώρακος και έλεγχος κοπράνων.
Η θεραπεία προσανατολίζεται ανάλογα με τη διάγνωση. Ο περιορισμός της ξηροδερμίας με μαλακτικές- ενυδατικές κρέμες είναι πολύ σημαντικός. Η χρήση αντιϊσταμινικών βοηθά στην αντιμετώπιση του νυχτερινού κνησμού. Κατά περίπτωση μπορούν να χρησιμοιποιηθούν και άλλα φάρμακα όπως αντικαταθλιπτικά.
Η χρόνια δερματολογική παρακολούθηση βοηθά πολύ την ποιότητα ζωής των ανθρώπων με χρόνιο κνησμό.
Κατά τη διάρκεια της κύησης επέρχονται διάφορες δερματολογικές αλλαγές λόγω της ορμονικής μεταβολής που είναι φυσιολογικές και δεν ενέχουν κανένα κίνδυνο για το παιδί.
Αυτές είναι:
Εμφανίζονται όμως και ειδικές δερματοπάθειες κατά την κυοφορία και χρειάζονται άμεση παρακολούθηση και θεραπεία (συνήθως υποχωρούν μετά τον τοκετό).
Η πιο συχνή δερματοπάθεια είναι το πολύμορφο ερύθημα της κύησης και εμφανίζεται κυρίως στο 1ο τρίμηνο, σε πρώτη κύηση ή σε πολύδυμη κύηση.
Η 2η πιο συχνή δερματοπάθεια είναι το ατοπικό εξάνθημα της κύησης και αυτό εμφανίζεται στο 1ο τρίμηνο και συνοδεύεται από έντονο κνησμό στις καμπτικές επιφάνειες, σε κοιλιά, γλουτούς, αυχένα και πρόσωπο.
Ενδοηπατική χολόσταση της κύησης εμφανίζεται σπανιότερα στο 3% των κυήσεων κυρίως στο 2ο ή 3ο τρίμηνο και είναι καλοήθης νόσος για τη μητέρα αλλά πολύ υψηλού κινδύνου για το έμβρυο. Ο κνησμός σε άκρα, μηρούς, κοιλιά είναι έντονος με επιδείνωση τις νυχτερινές ώρες. Αν και η αιτιολογία της νόσου είναι άγνωστη, περιβαλλοντικοί, γενετικοί, διαιτητικοί και ενδοκρινικοί παράγοντες παίζουν σημαντικό ρόλο.
Πρόκειται για σπάνια αυτοάνοση δερματοπάθεια με συχνότητα 1:7000 κυήσεις. Εκδηλώνεται συνήθως στο 3ο τρίμηνο της κύησης και στο 80% των περιπτώσεων στις τελευταίες εβδομάδες και διαρκεί και μετά τον τοκετό. Εμφανίζεται γενικευμένος κνησμός και φυσαλιδώδες εξάνθημα κυρίως περιομφαλικά ενώ πολλές φορές υπάρχουν και πρόδρομα συμπτώματα όπως πονοκέφαλος, ναυτία, ρίγος, πυρετός. Ο έρπης της κύησης χρήζει αντιμετώπισης γιατί το έμβρυο μπορεί να γεννηθεί πρόωρα ή με χαμηλό βάρος.
Η υπεριδρωσία ή υπερβολική εφίδρωση είναι μια νόσος των εκκρινών αδένων κατά την οποία παράγεται υπερβολική ποσότητα ιδρώτα (πέρα από εκείνη που απαιτείται για θερμορρύθμιση).
Αν και πρόκειται για μια καλοήθη νόσο έχει ψυχοκοινωνικό αντίκτυπο και επηρεάζει τις ανθρώπινες σχέσεις.
Μπορεί να είναι πρωτοπαθής ή δευτεροπαθής. Πρωτοπαθή υπεριδρωσία εμφανίζει το 0,6-3% του πληθυσμού. Η υπεριδρωσία αφορά κυρίως παλάμες, πέλματα, μασχάλες με συχνότερο τύπο τον τελευταίο. Το 0.5-0.7% διστάζουν να προτείνουν το χέρι για χειραψία και αισθάνεται αμήχανα.
Η υπεριδρωσία διακρίνεται σε εστιακή (πχ χέρια, πρόσωπο, μασχάλη, πέλματα) και σε γενικευμένη όταν καλύπτει όλο το σώμα.
Τα αίτια της δευτεροπαθούς υπεριδρωσίας περιλαμβάνουν:
Γενικά μέτρα αντιμετωώπισης: καλή υγειινή, ελαφρά ένδυση, χρήση αλάτων αλουμινίου, αντιιδρωτικά και αποσμητικά προϊόντα για τα δέρμα.
Η θεραπεία που είναι όλο και περισσότερο χρησιμοποιούμενη τα τελευταία χρόνια είναι η βοτουλινική τοξίνη (Botox) για μέτριες ή σοβαρές μορφές εστιακής υπεριδρωσίας. Εφαρμόζεται σε πρόσωπο, μασχάλες, παλάμες, πέλαμτα είναι απόλυτα ασφαλής και διαρκεί 6 μήνες.
Πολύ συχνά ογκολογικοί ασθενείς ζητούν βοήθεια από δερματολόγο κατά τη διάρκεια της θεραπείας του καρκίνου. Ορισμένοι τύποι φαρμάκων βλάπτουν τα ταχέως αναπτυσσόμενα κύτταρα του δέρματος και των νυχιών. Πολλές φορές έχουν παροδικό χαρακτήρα και παρέρχονται μετά το πέρας των χημειοθεραπειών.
Ωστόσο κάποιες παρενέργειες χρήζουν θεραπείας γιατί μπορούν να μείνουν μόνιμες βλάβες.
Οι παροδικές διαταραχές του δέρματος είναι:
Η συμβολή του δερματολόγου είναι χρήσιμη και πολύτιμη στην αντιμετώπιση των παρενεργειών.
Οι μελανοκυτταρικοί σπίλοι ή κοινώς ελιές διακρίνονται σε συγγενείς και επίκτητους. Οι κοινοί σπίλοι εμφανίζονται μετά τη γέννηση και προοδευτικά μεγαλώνουν με την ανάπτυξη του ανθρώπου μέχρι να σταθεροποιηθούν. Ανάλογα με τη θέση των σπιλοκυττάρων διακρίνονται σε συνδεσμικούς, χοριακούς και σύνθετους.
Η χρόνια έκθεση στον ήλιο επηρεάζει την εμφάνισή τους σε συνδιασμό με ορμονικούς και γενετικούς παράγοντες. Άτομα που έχουν πολλαπλούς σπίλους πρέπει να εξετάζονται συχνά από δερματολόγο προς αποκλεισμό εμφάνισης μελανώματος. Αλλαγή στο σχήμα, στο μέγεθος ή το χρώμα μπορεί να είναι ενδεικτικές κακοήθους εξαλλαγής και πρέπει να αφαιρούνται άμεσα. Το μελάνωμα αποτελεί τον πιο επιθετικό δερματικό καρκίνο.
Ο δερματολόγος εξετάζει με το δερματοσκόπιο τους σπίλους ( ένα ειδικό εργαλείο με μεγεθυντικούς φακούς και φωτισμό) και εφόσον κρίνεται σκόπιμο ακολιυθείται χαρτογράφηση σπίλων (ψηφιακή δερματοσκόπηση). Με τη χαρτογράφηση διακρίνονται με υψηλότερη ευκρίνεια και ακρίβεια οι σπίλοι και έτσι η ένδειξη για την αφαίρεση μιας βλάβης τίθεται με περισσότερη σιγουριά.
Είναι μια ειδική κατηγορία σπίλων που συχνότερα παρουσιάζονται σε θέσεις που εκτίθενται στον ήλιο και αποτελούν παράγοντα κινδύνου για εμφάνιση μελανώματος για αυτό και πρέπει να αφαιρούνται.
Υπάρχουν ποικίλοι τύποι σπίλων με ιδιαίτερη κλινική σημασία όπως οι κυανοί (μπλε) σπίλοι, οι σπίλοι με άλω και οι σπίλοι Spitz.
Όταν ένας σπίλος πρέπει αν αφαιρεθεί , είναι απαραίτηττο να γίνει μόνο χειρουργικά προκειμένου να ακολουθήσει ιστολογική εξέταση/βιοψία και να ταυτοποιηθεί η φύση της βλάβης. Μετά τη χειρουργική αφαίρεση καταλείπεται ουλή στη θέση της τομής που με την πάροδο του χρόνου και τη χρήση επουλωτικών κρεμών μπορεί να γίνει ανεπαίσθητη. Βέβαια κάποιες φορές ανάλογα με τη θέση (πχ στέρνο) ή και την προδιάθεση του οργανισμού μπορεί να δημιουργηθεί δύσμορφη ουλή ή και χηλοειδές. Ο δερματολόγος μπορεί να βοηθήσει ουσιαστικά για ένα καλύτερα αισθητικά αποδεκτό αποτέλεσμα.
Η διαπυητική ιδρωταδενίτιδα (acne inversa) είναι μια χρόνια υποτροπιάζουσα φλεγμονώδης νόσος που χαρακτηρίζεται από την εμφάνιση κόκκινων, πρησμένων, επώδυνων οζιδίων που σχηματίζονται συνήθως στις πτυχές του δέρματος (μασχάλες, περίνεο, μαστός). Τα οζίδια υποτροπιάζουν συχνά, μπορεί να πυορροούν και να δημιουργούνται αποστήματα. Το κάπνισμα και η παχυσαρκία αποτελούν παράγοντα κινδύνου στην ανάπτυξη της νόσου και τελικά επηρεάζει σε μεγάλο βαθμό την ποιότητα ζωής των πασχόντων.
Ανάλογα με τη βαρύτητα της νόσου διακρίνονται 3 στάδια : Hurley I (68%) ήπια νόσος, Hurley II (27%) μέτριας βαρύτητας και στάδιο Hurley III (4%)
Ο πόνος, ο κνησμός και η δυσοσμία είναι προεξάρχοντα συμπτώματα αλλά οι απώτερες επιπλοκές όπως η ουλοποίηση, τα συρίγγια και οι στενώσεις (ουρήθρας-πρωκτού- εντέρου) καθώς και ο κίνδυνος εμφάνισης καρκινώματος σε παλαιές ουλές αποτελούν λόγους που καθιστούν την ιατρική παρακολούθηση επιβεβλημένη.
Γενικά μέτρα: διακοπή καπνίσματος και έλεγχος σωματικού βάρους, χρήση αντισηπτικών υγρών, χαλαρή, άνετη ένδυση και καλή προσωπική υγιεινή. Τοπική αγωγή περιλαμβάνει χρήση διαλύματος κλινδαμυκίνης και ενδοβλαβικές εγχύσεις κορτιζόνης.
Συστηματική θεραπεία: αντιβιοτική αγωγή πιθανά για μεγάλο χρονικό διάστημα , ορμονική θεραπεία για τις γυναίκες, λήψη adalimumab (βιολογικός παράγοντας) και τέλος χειρουργική αντιμετώπιση με εκτομή του πάσχοντος δέρματος και επούλωση κατά δεύτερο σκοπό.
Μια ακόμη καλοήθης ιογενής λοίμωξη είναι αυτή που οφείλεται στο δερματοτρόπο ιό της μολυσματικής τερμίνθου (pox virus). Κλινικά διαπιστώνονται στρογγυλές ερυθρές ή στο χρώμα του δέρματος σπυράκια 2-5 mm με χαρακτηριστικό ομφαλικό κέντρο και μπορεί να προκαλούν κνησμό με αποτέλεσμα να μπορούν να επιμολυνθούν και να εξαπλωθούν.
Εμφανίζεται συχνότερα σε παιδιά με ατοπική δερματίτιδα αλλά και σε παιδιά που αθλούνται σε γυμναστήρια ή κολυμβητήρια. Μεταδίδεται με τη δερματική επαφή, το νερό, την άμμο και την κοινή χρήση πετσέτας κά.
Η θεραπεία περιλαμβάνει:
Το συχνότερο ΣΜΝ είναι το κονδυλώματα και μεταδίδονται με την τριβή και τη σεξουαλική επαφή. Το 75% των σεξουαλικά ενεργών ανθρώπων μολύνονται από τον ιό. Η διάγνωση είναι κλινική και περιλαμβάνει μικρές θηλωματώδεις βλάβες στη γεννητική και περιπρωκτική περιοχή ή στο βλεννογόνο του στόματος. Σε έδαφος ανσοσοκαταστολής ή εγκυμοσύνης έχουν την τάση να αναπτύσσονται ή να υποτροπιάζουν.
Τα κονδυλώματα είναι συνήθως ασυμπτωματικά και διακρίνονται σε οξυτενή, βλατιδώδη και κηλιδώδη. Στις γυναίκες εντοπίζονται στο αιδοίο, το εφήβαιο, την ουρήθρα και το εσωτερικό του πρωκτού, τον τράχηλο της μήτρας, στα χείλη, στα χέρια, στο λάρυγγα και το στόμα. Στους άνδρες εντοπίζονται στο πέος, το όσχεο, περιπρωκτικά, στη βουβωνική χώρα αλλά και στην ουρήθρα καθώς και ενδοαυλικά στον πρωκτό σε ομοφυλόφιλους άνδρες.
Υπάρχουν πάνω από 150 τύποι του ιού με τους 6 και 11 να αφορούν σε ποσοστό πάνω απο 90%.
Η παρουσία κονδυλωμάτων μπορεί να υποδηλώνει λοίμωξη από ογκογόνα στελέχη (υψηλού κινδύνου στελέχη 16,18 ,31,33,35,39,45,51,52,56,58,59,66 κά). Μελέτες δείχνουν ότι οι HPV προκαλούν το 100% των καρκίνων του τραχήλου της μήτρας και το 90% των καρκίνων του πρωκτού.
Τα κονδυλώματα θεραπεύονται: με laser C02, κρυοθεραπεία, τοπική χρήση διαλυμάτων/κρεμών.
Καμία απο τις μεθόδους που χρησιμοποιούνται δεν εξαλείφει τη λοίμωξη από HPV για αυτό και συμβαίνουν υποτροπές.
Η σεξουαλική συμπεριφορά του ατόμου καθορίζει και τη μετάδοση του ιού. Η μη χρήση προφυλακτικού, η πολλαπλή εναλλαγή συντρόφων, η πρώιμη έναρξη επαφών καθώς και η συνύπαρξη άλλων ΣΜΝ όπως ο έρπης αποτελούν παράγοντες κινδύνου.
Το τεστ ΠΑΠ είναι απαραίτητο για κάθε γυναίκα καθώς και ο έλεγχος των σεξουαλικών συντρόφων.
Η πρόληψη περιλαμβάνει το τακτικό check-up σε δερματολόγο, την αποφυγή του ξυρίσματος στη γεννητική περιοχή, την καλή υγειινή της περιοχής και τέλος αλλά πολύ σημαντικό τον εμβολιασμό με το τετραδύναμο εμβόλιο.
Συχνή αιτία προσέλευσης σε δερματολόγο για τους άνδρες αποτελεί η βαλανίτιδα που είναι η φλεγμονή της κορυφής του πέους (βάλανος). Όταν υπάρχει φλεγμονή και στην ακροποσθία τότε μιλάμε για βαλανοποσθίτιδα. Αυτές οι δύο καταστάσεις θεωρούνται υπεύθυνες για τη δημιουργία φίμωσης. Μπορεί να εμφανιστεί σε κάθε ηλικία και συμβαίνει συχνότερα τους καλοκαιρινούς μήνες και συμβαίνει συχνότερα σε άτομα σε σακχαρώδη διαβήτη, αυτοάνοσα νοσήματα και ανοσοκατεσταλμένα άτομα.
Οι αιτίες είναι ποικίλες: ο ελλιπής καθαρισμός της περιοχής, η λοίμωξη από την μύκητα candida albicans αλλά και βακτήρια, λοίμωξη από ΣΜΝ (χλαμύδια, γονόρροια, έρπης, κονδυλώματα), η φίμωση, σύφιλη, δερματικές παθήσεις όπως ο λειχήνας, αλλεργίες, χρήση λιπαντικού κά.
Η θεραπεία της βαλανίτιδας είναι εξατομικευμένη.
Ένα από τα συχνότερα προβλήματα των γυναικών είναι η κολπίτιδα που οφείλεται σε φλεγμονή και επηρεάζει τις φυσιολογικές εκκρίσεις του κόλπου με συνοδό κνησμό.
Μύκητες και τριχομονάδες συνηθέστερα προκαλούν κολπίτιδα (εξωτερική περιοχή κόλπου, κόλπος, ενδομήτριο, σάλπιγγες) αλλά και χλαμύδια, μυκόπλασμα και άλλα αέριοβια-αναερόβια μικρόβια.
Σε περίπτωση κολπίτιδας αναπτύσσονται οι άνωθεν παθογόνοι οργανισμοί σε βάρος της φυσιολογικής χλωρίδας (γαλακτοβάκιλλοι) διαταράσσοντας την ισορροπία του PH. Η οριστική διάγνωση τίθεται - πέραν της κλινικής εικόνας - με την καλλιέργεια των κολποτραχηλικών υγρών, προκειμένου να δοθεί η κατάλληλη θεραπεία.
Παράγοντες που προκαλούν κολπίτιδα:
Για τις μυκητιάσεις επίπλέον ισχύουν:
Όταν υπάρχει μείωση των επιπέδων των οιστρογόνων δημιουργείται φλεγμονή του κόλπου που οδηγεί τελικά σε ατροφία. Έτσι ο κολπικός ιστός γίνεται ξηρός, λεπτός και συρρικνωμένος.
Οι συνηθέστερες αιτίες είναι η εμμηνόπαυση, η υστερεκτομή, φάρμακα, θηλασμός, Χημειοθεραπεία/ακτινοθεραπεία και η επαφή με διάφορες χημικές ουσίες (σαπουνια, αρώματα, κλπ.). Συμπτώματα τροφικής κολπίτιδας είναι η ξηρότητα, αίσθημα κνησμού, ήπια αιμορραγία μετά από επαφή, συχνουρία και ουρολοιμώξεις.
Συστήνεται η χρήση λιπαντικών με βάση το νερό και κρέμες οιστρογόνων.